Από την 1η Ιανουαρίου 2025, η ελληνική αγορά ακινήτων μπαίνει σε μια νέα εποχή, καθώς οι προγραμματισμένες αλλαγές που έρχονται μέσω του νέου φορολογικού πλαισίου και των νομοθετικών ρυθμίσεων αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά ιδιοκτήτες, αγοραστές και ενοικιαστές. Αυτές οι αλλαγές αποσκοπούν στην ενίσχυση της διαφάνειας, στη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης και στην αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια.
Μια από τις σημαντικότερες αλλαγές είναι η απαλλαγή φόρου εισοδήματος για μακροχρόνιες μισθώσεις κατοικιών έως 120 τετραγωνικών μέτρων, οι οποίες είχαν δηλωθεί ως κενές ή χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για βραχυχρόνια μίσθωση τα προηγούμενα χρόνια. Η απαλλαγή αφορά μισθώσεις τουλάχιστον τριετούς διάρκειας που θα συναφθούν εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου. Το μέτρο αυτό αποσκοπεί στην ενίσχυση της προσφοράς κατοικιών στη μακροχρόνια αγορά, καθιστώντας πιο προσιτή τη στέγαση για τα νοικοκυριά.
Παράλληλα, η μείωση του ΕΝΦΙΑ για ασφαλισμένα ακίνητα ενισχύεται από 10% σε 20%, με ανώτατο όριο φορολογητέας αξίας τα 500.000 ευρώ. Αυτή η αλλαγή λειτουργεί ως κίνητρο για την ασφάλιση κατοικιών έναντι φυσικών καταστροφών, συμβάλλοντας στην προστασία της ακίνητης περιουσίας και μειώνοντας τους οικονομικούς κινδύνους για τους ιδιοκτήτες.
Η παράταση της αναστολής του ΦΠΑ για νέες οικοδομές έως το τέλος του 2025 αποτελεί άλλο ένα μέτρο που ενθαρρύνει την κατασκευαστική δραστηριότητα και κάνει την αγορά νέων ακινήτων πιο προσιτή για τους αγοραστές. Επίσης, η αναστολή του φόρου υπεραξίας από μεταβιβάσεις ακινήτων έως το 2026 στοχεύει στη διευκόλυνση των συναλλαγών, προσελκύοντας επενδύσεις και ενισχύοντας τη ρευστότητα της αγοράς.
Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, καθώς καθιερώνεται μόνιμη απαλλαγή από τον ΕΝΦΙΑ για διατηρητέα κτίρια με αξία έως 400.000 ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο, οι ιδιοκτήτες αυτών των κτιρίων θα μπορούν να καλύψουν ευκολότερα τα υψηλά έξοδα συντήρησης, διασφαλίζοντας τη διατήρηση της ιστορικής και πολιτιστικής ταυτότητας της χώρας.
Τέλος, η θέσπιση του τέλους ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση, που αφορά τουριστικά καταλύματα και βραχυχρόνιες μισθώσεις, φέρνει νέες προκλήσεις για τους ιδιοκτήτες. Το τέλος, που ποικίλλει ανάλογα με την κατηγορία του καταλύματος, αποσκοπεί στη συγκέντρωση πόρων για την πρόληψη και αποκατάσταση ζημιών από φυσικές καταστροφές. Παρόλο που αυτό το μέτρο μπορεί να αυξήσει το κόστος για τους ιδιοκτήτες και ενδεχομένως για τους επισκέπτες, συμβάλλει στην καλύτερη διαχείριση των περιβαλλοντικών κινδύνων.
Συνολικά, οι νέες ρυθμίσεις στην αγορά ακινήτων επιχειρούν να εξισορροπήσουν τα συμφέροντα όλων των εμπλεκομένων, προωθώντας τη βιωσιμότητα, την ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία. Ωστόσο, η επιτυχία τους θα εξαρτηθεί από το πώς θα εφαρμοστούν και το πόσο αποτελεσματικά θα αντιμετωπίσουν τις υπάρχουσες προκλήσεις.