Mε τον όρο «τηλεργασία» (teleworking) νοείται η εργασία που πραγματοποιείται από μία μονάδα (πρόσωπο ή ομάδα) που βρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από αυτόν που είναι εγκατεστημένη η επιχείρηση και της οποίας η δραστηριότητα απαιτεί την έντονη χρησιμοποίηση τηλεπικοινωνιακών μέσων.
Η τηλεργασία, λοιπόν είναι μια μορφή εργασίας που εξυπηρετεί, όχι μόνο τις ανάγκες της επιχείρησης, αλλά και τις ανάγκες ομάδων προσώπων, αφού είναι προφανές ότι επιτρέπει στα τελευταία να απασχολούνται με το σύστημα της Τηλεματικής (Telematics). Όταν μιλάμε για τηλεματικές εφαρμογές εννοούμε όλες εκείνες τις υπηρεσίες που μας προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία μέσω των οποίων μπορούμε να αποστείλουμε και να λάβουμε κάθε φύσης πληροφορίες. Οι πληροφορίες μπορεί να είναι ακουστικές, οπτικές, εικόνας ή κειμένου και μεταδίδονται μέσω τηλεόρασης, υπολογιστή ή άλλων ειδικών συσκευών. Οι τηλεματικές εφαρμογές κερδίζουν συνεχώς έδαφος στο σύγχρονο κόσμο αλλάζοντας ριζικά τους τρόπους επικοινωνίας και μετάδοσης πληροφοριών (telecommunication & informatics).
Εξάλλου, όχι μόνο ο εργαζόμενος εξοικονομεί χρόνο – τις περισσότερες φορές απλήρωτο – που καταναλίσκει για την μετακίνηση από την κατοικία του προς και από το συνήθως απομακρυσμένο τόπο εργασίας του, αλλά και απαλλάσσεται από μια μεγάλη κούραση και νευρική επιβάρυνση που δημιουργεί η καθημερινή αυτή μετακίνηση ιδίως σε συνθήκες μεγαλούπολης.
Ο Έλληνας νομοθέτης, το 2010 προέβη σε σχετική με την τηλεργασία πρόβλεψη θεσπίζοντας τον Νόμο 3846/2010. Στο πρώτο άρθρο ορίζεται ότι «η συμφωνία μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου για παροχή υπηρεσιών ή έργου, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, ιδίως στις περιπτώσεις αμοιβής κατά μονάδα εργασίας (φασόν), Τηλεργασίας, κατ` οίκον απασχόλησης, τεκμαίρεται ότι υποκρύπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον η εργασία παρέχεται αυτοπροσώπως, αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο στον ίδιο εργοδότη για εννέα (9) συνεχείς μήνες». Περαιτέρω, στο πέμπτο άρθρο του ίδιου νόμου, προβλέπονται οι εργοδοτικές υποχρεώσεις, και, βεβαίως, αν στη σύμβαση περιέχεται τυχόν συμφωνία για τηλε-ετοιμότητα ορίζονται τα χρονικά της όρια και οι προθεσμίες ανταπόκρισης του μισθωτού. Ήδη στις μέρες μας και με αφορμή την πανδημία λόγω της έξαρσης του Κορωνοϊού (COVID-19), προβλέφθηκαν ειδικότερες ρυθμίσεις (πχ πρόσφατα με εγκύκλιό του, το Υπουργείο Εργασίας επεσήμανε πως μόνο ένας στους δέκα, δηλαδή το 10% των εργαζομένων που μπαίνουν σε αναστολή από μια επιχείρηση, μπορούν να τηλεργάζονται με αμοιβή για «πρόσκαιρες ανάγκες»), προκειμένου να διευκολυνθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η μετάβαση στην δυσμενέστατη τούτη περίοδο έκτακτων συνθηκών για λόγους δημόσιας υγείας.
Σημειωτέον ότι, η τηλεργασία αφορά στον τρόπο παροχής της εργασίας και δεν αποτελεί μία άλλου είδους αυτοτελή σύμβαση εργασίας. Σε περίπτωση λοιπόν, μετατροπής της κανονικής εργασίας σε τηλεργασία, καθορίζεται στη συμφωνία αυτή μια περίοδος προσαρμογής τριών (3) μηνών, κατά την οποία οποιοδήποτε από τα μέρη, μετά από τήρηση προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, μπορεί να θέσει τέλος στην τηλεργασία και ο μισθωτός να επιστρέψει στην εργασία του σε αντίστοιχη θέση με αυτήν που κατείχε.
Σε κάθε περίπτωση, η εργασία μέσω της τηλεματικής οδού, αν και προϋποθέτει αναδιάρθρωση των επιχειρησιακών δομών, με νέο καταμερισμό των καθηκόντων των διαφόρων δραστηριοτήτων, μπορεί να προταθεί ως μία σύγχρονη λύση σύγχρονης μορφής απασχόλησης. Ένα επιτυχημένο πρόγραμμα τηλεργασίας, πάντως απαιτεί έναν τρόπο διοίκησης που να βασίζεται στα αποτελέσματα και όχι στη στενή παρακολούθηση των επιμέρους υπαλλήλων.