Νέα

Νέα

Η προστασία των θυμάτων βίας και παρενόχλησης στην εργασία μετά το νέο εργασιακό νόμο 4808/2021

08 February, 2022

Α. Με την ψήφιση του νέου εργασιακού νόμου 4808/2021, που δημοσιεύθηκε στις 19 Ιουνίου 2021, προβλέφθηκε πληθώρα αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις και στους εργασιακούς κανόνες στο ατομικό και συλλογικό εργατικό δίκαιο. Επιχειρήθηκε να τεθεί σε ισχύ ένα συνεκτικό και σύγχρονο πλαίσιο για την πρόληψη, αντιμετώπιση και καταπολέμηση των μορφών βίας και παρενόχλησης εις βάρος κάθε προσώπου που απασχολείται στον ιδιωτικό τομέα, ανεξάρτητα από το συμβατικό του καθεστώς, συμπεριλαμβανομένων των απασχολούμενων με σύμβαση έργου, ανεξάρτητων υπηρεσιών, έμμισθης εντολής, των απασχολούμενων μέσω τρίτων παρόχων υπηρεσιών, καθώς και ατόμων που παρακολουθούν κατάρτιση, μαθητευόμενων, εθελοντών, εργαζόμενων των οποίων η σχέση εργασίας έχει λήξει, εργαζόμενων στην άτυπη οικονομία ή ατόμων που αιτούνται εργασία. 

Β. Η ιδιαιτερότητα του νέου νομοθετικού πλαισίου έγκειται στις αυστηρές υποχρεώσεις του εργοδότη για την πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας και παρενόχλησης, στα διευρυμένα δικαιώματα των θιγόμενων απασχολούμενων και την καινοφανή πρόβλεψη σύστασης αυτοτελούς Τμήματος για την παρακολούθηση της βίας και παρενόχλησης στην εργασία στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.). 

Ειδικότερα, ρητά απαγορεύεται κάθε μορφής βίας και παρενόχληση που εκδηλώνεται κατά την διάρκεια της εργασίας είτε συνδέεται με αυτήν είτε προκύπτει από αυτήν συμπεριλαμβανομένης της βίας και παρενόχλησης λόγω φύλου και της σεξουαλικής παρενόχλησης. Αναγνωρίζεται δε ότι οι μορφές συμπεριφοράς βίας και παρενόχλησης μπορούν να λαμβάνουν χώρα ιδίως στο χώρο εργασίας ή στις μετακινήσεις από και προς την εργασία, τις λοιπές μετακινήσεις, τα ταξίδια, την εκπαίδευση και τις επικοινωνίες που σχετίζονται με την εργασία συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πραγματοποιούνται μέσω τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας. 

Γ. Οι υποχρεώσεις του εργοδότη: 

Ανεξάρτητα από τον αριθμό του προσωπικού που απασχολεί  ο εργοδότης οφείλει (i) να διαλαμβάνει και να διαχειρίζεται κάθε καταγγελία ή σχετική αναφορά βίας, επιδεικνύοντας μηδενική ανοχή στη βία και παρενόχληση με εμπιστευτικότητα και σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, (ii) να παρέχει συνδρομή σε κάθε δημόσια ή διοικητική ή δικαστική αρχή κατά την έρευνα τέτοιου είδους περιστατικού ή συμπεριφοράς, εφόσον του ζητηθεί, (iii) να παρέχει στους εργαζόμενους πληροφορίες σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους βίας και παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο, (iv) να αναρτά στο χώρο εργασίας ενημερωτικό υλικό για τις διαδικασίες που υφίστανται σε επίπεδο επιχείρησης για την καταγγελία και την αντιμετώπιση τέτοιων μορφών συμπεριφοράς, (v) να εφαρμόζει τις υποδείξεις επιθεωρητών υγείας και ασφάλειας, (vi) να ενθαρρύνει και να διευκολύνει την επιμόρφωση και εκπαίδευση των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους, (vii) να αξιολογεί ψυχοκοινωνικούς κινδύνους, μεταξύ άλλων τους κινδύνους της βίας και παρενόχλησης συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής παρενόχλησης. Ταυτόχρονα, ενισχύεται ο ρόλος του ιατρού εργασίας, ο οποίος διευρύνει τις αρμοδιότητες του καλούμενος να συμβουλεύσει και για θέματα φυσιολογίας και ψυχολογίας στην εργασία όπου συμπεριλαμβάνεται η βία και η παρενόχληση στην εργασία. 

Δ. Πολιτικές εντός επιχείρησης για την καταπολέμηση της βίας και παρενόχλησης και για την διαχείριση εσωτερικών καταγγελιών 

Επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 20 εργαζόμενους υποχρεούνται να υιοθετούν πολιτική για την πρόληψη και καταπολέμησης της βίας και της παρενόχλησης στην εργασία, όπου πέραν της μηδενικής ανοχής που πρέπει να επιδεικνύεται σε φαινόμενα βίας και παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο, πρέπει α) να προσδιορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των εργαζομένων και του εργοδότη, β) να απαρτίζονται τα μέτρα που λαμβάνονται σε επίπεδο επιχείρησης για τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των κινδύνων που αναγκαστικά συνέχονται με φαινόμενα βίας και παρενόχλησης, γ) να ορίζεται ένα πρόσωπο ως “πρόσωπο αναφοράς” σε επίπεδο επιχείρησης για να καθοδηγεί τους  εργαζόμενους για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της βίας και παρενόχλησης.  

Ε. Τα δικαιώματα των εργαζομένων θυμάτων βίας και παρενόχλησης 

Με την ισχύουσα πλέον νομοθεσία επιχειρείται η διαμόρφωση ενός συνεκτικού πλαισίου προστασίας, το οποίο προβλέπει: α) προσφυγή του ατόμου που θίγεται από περιστατικό βίας και παρενόχλησης, ακόμη κι αν έχει λήξει η σχέση εργασίας, πέραν των δικαστικών αρχών, ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας, του Συνηγόρου του Πολίτη και του προβλεπόμενου προσώπου αναφοράς, εάν πρόκειται για επιχείρηση που απασχολεί προσωπικό άνω των 20 ατόμων. Πρέπει να τονιστεί ότι όταν το θιγόμενο πρόσωπο στραφεί στα ελληνικά Δικαστήρια ή σε αρμόδιες διοικητικές αρχές ισχυριζόμενο ότι υφίσταται βία και παρενόχληση στην εργασία, τότε ο καθ’ ού φέρει το βάρος να αποδείξει στο δικαστήριο ή στην αρμόδια αρχή ότι δεν υπήρξε περιστατικό βίας και παρενόχλησης και παραβίαση της απαγόρευσης βίας και παρενόχλησης, β) αποχώρηση από την εργασία για εύλογο χρόνο χωρίς στέρηση μισθού ή άλλη δυσμενή συνέπεια, εφόσον κατά την εύλογη πεποίθησή του υφίσταται κίνδυνος για τη ζωή ή την υγεία του ή την ασφάλειά του, ενημερώνοντας εγγράφως τον εργοδότη ως αποχωρών εργαζόμενος για τα περιστατικά βίας και παρενόχλησης που τεκμηριώνουν τον κίνδυνο για τη ζωή ή την υγεία του, γ) αξίωση για πλήρη αποζημίωση που καλύπτει τη θετική και αποθετική ζημία, καθώς και την ηθική βλάβη του θιγόμενου εργαζόμενου, κατά του εργοδότη και του εργαζόμενου που παραβιάζει την απαγόρευση βίας και παρενόχλησης στην εργασία. 

Θα ήταν παράλειψη να μην επισημανθεί ότι στο στάδιο της έγγραφης ενημέρωσης του εργοδότη για τον υφιστάμενο κίνδυνο που βιώνει ο θιγόμενος εργαζόμενος, υπάρχουν σημαντικά μέτρα που μπορεί ο εργοδότης να λάβει για να εξομαλύνει το κλίμα στον εργασιακό χώρο και να αποκαταστήσει την εργασιακή ειρήνη, όπως η ισχυρή σύσταση για συμμόρφωση με αλλαγή θέσης, ωραρίου, τόπου ή τρόπου παροχής εργασίας ή την καταγγελία της σχέσης απασχόλησης, υπό την επιφύλαξη της απαγόρευσης κατάχρησης δικαιώματος του άρθρου 281 ΑΚ. Ο νομοθέτης δεν παρέλειψε να επισημάνει στο ν.4808/2021 (άρθρο 13) την απαγόρευση αντιποίνων, αφού η καταγγελία ή με οποιονδήποτε τρόπο λύση της έννομης σχέσης στην οποία στηρίζεται η απασχόληση ή και κάθε άλλη δυσμενής μεταχείριση του θιγόμενου εργαζόμενου είναι άκυρη και συνιστά εκδικητική συμπεριφορά, εγείρουσα πέραν των άλλων αξίωση για ηθική βλάβη. 

ΣΤ. Αυτοτελές Τμήμα στο Σ.Ε.Π.Ε. για την παρακολούθηση της βίας και παρενόχλησης-Διοικητικά Πρόστιμα- Διενέργεια εργατικής διαφοράς 

Για πρώτη φορά προβλέπεται η σύσταση αυτοτελούς τμήματος του Σ.ΕΠ.Ε. που οφείλει να παρακολουθεί φαινόμενα βίας και παρενόχλησης και τη διεξαγωγή εργατικών διαφορών, το οποίο υπάγεται στον Γενικό Επιθεωρητή. Προβλέπεται αγαστή συνεργασία με το Συνήγορο του Πολίτη και τήρηση μητρώου εργοδοτών κατά των οποίων έχουν επιβληθεί διοικητικές κυρώσεις για απαγόρευση βίας και παρενόχλησης στην εργασία. 

Η διεξαγωγή εργατικής διαφοράς κατόπιν καταγγελίας του θιγόμενου προσώπου πρέπει να ολοκληρωθεί εντός 2 μηνών από την υποβολή καταγγελίας, ενώ λαμβάνει χώρα με τρόπο που διασφαλίζει την ιδιωτικότητα των εμπλεκόμενων προσώπων και τα προσωπικά τους δεδομένα. Ανάλογα με την παράβαση επιβάλλονται ειδικά προσωρινά μέτρα για να παύσει ο κίνδυνος της βίας και παρενόχλησης, όπως η μετακίνηση του καταγγελλόμενου σε άλλο τμήμα εργασίας, καθώς και διοικητικές κυρώσεις εις βάρος του εργοδότη που σε συνδυασμό με τυχόν επιβαρυντικές περιστάσεις επισύρει αυξημένα πρόστιμα. Τα εν λόγω πρόστιμα μπορούν να μειωθούν κατά 30% εάν ο εργοδότης συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του οργάνου που διενήργησε τον έλεγχο και παραιτηθεί από την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων μέσα σε προθεσμία 30 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης επιβολής προστίμου.  

Ταυτόχρονα, ο Επιθεωρητής εργασιακών σχέσεων οφείλει εάν οι εργασιακές παραβάσεις αποτελούν ποινικά αδικήματα να υποβάλει μήνυση ή μηνυτήρια αναφορά στον αρμόδιο Εισαγγελέα.